- τηλεβόλων
- τηλεβόλοςstriking from afarmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κρουπ — (Krupp). Επώνυμο οικογένειας Γερμανών μεγαλοβιομηχάνων. Εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Έσεν τον 16ο αι. και η επιχειρηματική τους δραστηριότητα ξεκίνησε περίπου το 1810, με την κατασκευή ενός μικρού χυτηρίου από τον Φρίντριχ Κ. (1787 1826).… … Dictionary of Greek
σκάφος — Σύνολο εξωτερικών και εσωτερικών στοιχείων, που επιτρέπουν σ’ ένα πλοίο να πλέει και να αντέχει στις πιέσεις στις οποίες υπόκειται κατά τις διάφορες συνθήκες χρήσης. Σ’ ένα μεταλλικό πλοίο, το στεγανό περίβλημα (επίρραμμα), που αποτελεί το… … Dictionary of Greek
τηλεβολοστοιχία — η, Ν συστοιχία τηλεβόλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τηλεβόλο + στοιχία (< στοιχος < στοῖχος < στείχω), πρβλ. κιονο στοιχία. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν τού Ν. Κοντοπούλου] … Dictionary of Greek